ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ATHENS.INDYMEDIA. KΑΛΟ ΘΑ ΗΤΑΝ ΝΑ ΑΣΧΟΛΗΘΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΥ ΘΕΤΕΙ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΤΑΛΗΞΕΙ ΤΟ ΠΑΡΚΟ ΕΝΑΣ "ΑΝΑΡΧΟΚΗΠΟΣ", ΑΠΛΗΣΙΑΣΤΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΩΝ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΑΝΗΚΕΙ...
«Πώς αντιλαμβανόμαστε την αυτοργάνωση»
Ώντας κάτοικος Εξαρχείων, από τη μέρα που ξεκίνησαν τα σκαψίματα για τη δημιουργία του πάρκου, συμμετείχα στις δουλειές και σε αρκετές συνελεύσεις. Είχα στο μυαλό μου να δημιουργήσουμε ένα πάρκο, ως πρωτοβουλία πολιτών – κατοίκων και μη, που το χρειάζεται η περιοχή, τόσο σαν ελέυθερα προσβάσιμο χώρο, αλλά και σαν χώρο υψηλού πρασίνου.
Προκειμένου να γίνει αυτό σχηματίστηκε μια συνέλευση η οποία θα είχε σαν στόχο να διαχειρίζεται το πάρκο ως προς το σχεδιασμό των παρτεριών, των δρόμων, τον εφοδιασμό των φυτών κλπ.
Μετά από κάποιες εβδομάδες, η συνέλευση αυτή ενέταξε στα καθήκοντά της και το να προγραμματίζει κάποιες εκδηλώσεις [συζητήσεις, συναυλίες, προβολές] προκειμένου να είναι πιο πολύπλευρη η λειτουργία του χώρου.
Στη συνέλευση της Δευτέρας [που είχε αναβληθεί από την Κυριακή] τέθηκε προς προβληματισμό το θέμα ότι το πάρκο έχει γίνει «Μαβίλη» και «τί θα κάνουμε γι’αυτό» - με την έννοια ότι μαζεύεται πολύς «εναλλακτικός» κόσμος.
Και σε αυτό το σημείο ξεκινάει ο δικός μου προβληματισμός. Πώς αντιλαμβανόμαστε την αυτοργάνωση; Την αντιλαμβανόμαστε ως μια διαδικασία που είναι ανοιχτή στην κοινωνία και που επιδιώκει την ολοένα και αυξανόμενη συμμετοχή της, ανεξαρτήτως πιστεύω, ή την αντιλαμβανόμαστε ως μια διαδικασία που αφορά εμάς τους «μυημένους» που θεωρούμε τους υπόλοιπους λούμπεν;
Για μένα θα έπρεπε από τη στιγμή που δημιουργείται ένα πάρκο, να ανήκει στη γειτονιά και να διαχειρίζεται από τη γειτονιά. Να υπάρχει δηλαδή μια διαχειριστική συνέλευση των κατοίκων της περιοχής που να φροντίζει μόνο πρακτικά θέματα: πότισμα, καθάρισμα, συντήρηση κλπ.
Από εκεί και πέρα, αν θέλουμε να λέμε ότι το πάρκο αυτό είναι δημόσιος χώρος, δεν μπορεί να μπαίνουν στη μέση άλλα κριτήρια για το ποίοι είναι ευπρόσδεκτοι σε αυτό το πάρκο και ποίοι όχι. Επίσης δεν μπορεί να συζητείται σε συνέλευση ποιός θα κάνει εκδήλωση και ποιά θα είναι αυτή. Όταν δηλαδή κάνει κάποιος πάρτι στο Στρέφη ή προβολή στην πλατεία, ενημερώνει τη συνέλευση του Στρέφη ή την Πρωτοβουλία Κατοίκων ή το δήμο; Ο καθένας, ως άτομο, ως παρέα/συλλογικότητα κλπ έχει εξίσου δικαίωμα να χρησιμοποιήσει το πάρκο όπως θέλει, χωρίς να υποχρεούται να έρθει σε συνεννόηση με τη συνέλευση.
Φοβάμαι λοιπόν ότι η συνέλευση του πάρκου με τον τρόπο που λειτουργεί τώρα και με τις αρμοδιότητες που έχει αναλάβει, δίνει – άθελα ή ηθελημένα - στο πάρκο χαρακτηριστικά πολιτικού χώρου. Περνάει το μήνυμα ότι οι «εναλλακτικοί», οι μη πολιτικοποιημένοι και οι πολιτικά αντίπαλοι δεν χωράνε εδώ. Σαν να λέμε ότι στην πλατεία Συντάγματος δεν επιτρέπονται οι αναρχικοί. Δηλαδή, φτιάξαμε ένα πάρκο για εμάς ή για όλους;
Αν από μόνοι μας δεν θέλουμε να δώσουμε την απάντηση, μάλλον την δίνει η γειτονιά. Το πάρκο έχει πολύ κόσμο: κατοίκους του ευρύτερου χώρου και μη-κατοίκους του ευρύτερου χώρου. Άλλοι κάτοικοι πολύ σπάνια εμφανίζονται – κι όταν εμφανίζονται είναι κυρίως από πίεση των παιδιών τους – αλλά είναι εμφανές ότι δεν νιώθουν άνετα με «κάτι». Μας έχει απασχολήσει τί είναι αυτό το «κάτι» που δεν τους κάνει να νιώθουν άνετα; Κι επιπλέον, θέλουμε να το εξαλείψουμε ή όχι; Χτες βράδι άκουσα από διπλανή παρέα μια κοπέλα να λέει «εμένα μ’αρέσει εδώ, αλλά δεν έχω παρέα να έρχομαι». Φταίει εκείνη που θεωρεί ότι χρειάζεται «κάποιου είδους» παρέα για να πάει σε ένα πάρκο; Άραγε έχει διαφορετική παρέα για κάθε άλλο πάρκο που πάει;
Προφανώς αυτό δεν είναι ευθύνη μόνο της συνέλευσης. Τα Εξάρχεια είναι ιστορικά μια έντονα χρωματισμένη περιοχή και σε πολύ κόσμο αυτό από μόνο του μπλοκάρει τη συμπεριφορά τους, το αντιμετωπίζουν σαν γκέτο. Κι εδώ είναι η ευθύνη όλων όσοι συμμετέχουμε στα πράγματα, να δείξουμε ότι τα Εξάρχεια δεν είναι γκέτο, είναι ανοιχτά σε όλους ανεξαρτήτως καταγωγής, χρώματος, σεξουαλικής προτίμησης, αισθητικής και πολιτικής άποψης [εξαιρουμένων των γνωστών]. Και ευθύνη της ίδιας της συνέλευσης του πάρκου, μιας και μιλάμε για δημόσιο χώρο είναι να υπερασπιστεί αυτές τις αρχές αντί να «ξενερώνει» που έρχονται οι εναλλακτικοί ή ακόμα και να αναζητά τρόπους να περιορίσει την προσέλευσή τους.
Δεν εννοώ πώς πρέπει να ξεχαστεί ο πολιτικός χαρακτήρας του εγχειρήματος της δημιουργίας του πάρκου. Αλλά να διαχωρίσουμε ότι πολιτικό είναι το εγχείρημα, όχι το πάρκο. Το ότι δημιουργήθηκε ένα πάρκο μέσα από μια συνέλευση δε σημαίνει ότι αυτοί που θα χρησιμοποιούν – που θα βρουν έτοιμο - το πάρκο οφείλουν να είναι σύμφωνοι πολιτικά με όσους συμμετέχουν στη συνέλευση. Και ούτε μπορούμε να περιμένουμε ότι από τη μια μέρα στην άλλη κάποιοι συμπολίτες μας θα μπουν στη λογική της συμμετοχής.
Ζητούμενο είναι να λειτουργήσει το πάρκο ως παράδειγμα. Να αποδείξουν οι πολίτες στους εαυτούς τους ότι από μόνοι τους μπορούν να σχεδιάσουν τη ζωή τους. Να μείνει καταγεγραμμένο στην ιστορία της πόλης ότι αυτό το πάρκο το κέρδισαν, το σχεδίασαν και το υλοποίησαν οι πολίτες χωρίς να περιμένουν τη νομιμοποίηση από την εξουσία.
Πού βρίσκεται; Στην καρδιά των Εξαρχείων, στο οικοδομικό τετράγωνο μεταξύ των οδών Χαριλάου Τρικούπη, Ναυαρίνου, Ζωοδόχου Πηγής και Διδότου. Τι είναι; Ένα ελεύθερο, αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο. Πώς λέγεται; Συνήθως αναφέρεται σαν πάρκο Ναυαρίνου ή πάρκο Ζωοδόχου Πηγής ή αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο Ναυαρίνου και Ζ. Πηγής ή πάρκινγκ-πάρκο ενώ οι φίλοι του το λένε, απλά, πάρκο. Τι ήταν εκεί παλιότερα; Στο οικόπεδο αυτό ήταν χτισμένη από το 1907 μια διάσημη στην εποχή της κλινική, το «Γερουλάνειον Ίδρυμα», η μετέπειτα «Κλινική Σμπαρούνη» που το 1972 έπαψε να λειτουργεί και αγοράστηκε από το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας. Στη δεκαετία του ΄80 το 4όροφο κτίριο γκρεμίστηκε με σκοπό να χτιστεί στη θέση του μέγαρο που θα στέγαζε τα γραφεία του ΤΕΕ, σχέδιο που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Το 1990, το ΤΕΕ προσφέρει το οικόπεδο στο Δήμο Αθηναίων για να γίνει πλατεία, ζητώντας να αποζημιωθεί με τίτλο μεταφοράς συντελεστή δόμησης σε ιδιοκτησία του στο Μαρούσι. Λόγω καθυστερήσεων και αλλαγής του πολεοδομικού κώδικα, η ανταλλαγή δεν υλοποιείται κι έτσι το οικόπεδο παραμένει για χρόνια, νοικιασμένο σαν πάρκινγκ . Πώς και πότε φτιάχτηκε το πάρκο; Με τη λήξη της μίσθωσης του πάρκινγκ στο τέλος του 2008 το ΤΕΕ επαναφέρει το θέμα οικοδόμησης του οικοπέδου και οδηγεί τους Εξαρχειώτες στο προσκήνιο. Η Επιτροπή Πρωτοβουλίας Κατοίκων Εξαρχείων που για 1,5 χρόνο ασχολιόταν ήδη με το συγκεκριμένο χώρο, ενημερώνει τη γειτονιά, κινητοποιείται και ζητάει άμεσα τη μετατροπή του οικοπέδου σε χώρο υψηλού πρασίνου. Στις 7 Μαρτίου 2009 μαζί με τη συλλογικότητα «Εμείς, Εδώ και Τώρα και για ΄Ολους Εμάς» οργανώνει εκδήλωση όπου ενθουσιώδεις κάτοικοι και δυναμικοί υποστηρικτές ενωμένοι καταλαμβάνουν το χώρο και απαιτούν το αυτονόητο, το πάρκινγκ να γίνει πάρκο! Σπάνε την άσφαλτο με κομπρεσέρ και κόφτες, φέρνουν φορτηγά με χώμα, φυτεύουν δέντρα και λουλούδια και το γιορτάζουν. Η ανταπόκριση και η δυναμική του κόσμου ξεπερνάει κάθε προσδοκία και το πάρκο γεννιέται . Πώς οργανώθηκε αρχικά; Από τη δεύτερη κιόλας μέρα, άρχισαν οι ανοιχτές συνελεύσεις του κατειλημμένου πάρκου που με πολλή συζήτηση, πολλές αντιφάσεις και πολλή καλή θέληση όρισαν το χαρακτήρα του: αυτοοργανωμένο, αντιιεραρχικό, αντιεμπορευματικό. Η λειτουργία της ανοιχτής συνέλευσης, που η συχνότητά της μέσα στο χρόνο διαφοροποιείται απ΄τις ανάγκες και τις διαθεσιμότητες, είναι καθοριστική για την πορεία της κατάληψης. Κάθε πρόταση για τη χρήση ή τη διαμόρφωση του χώρου, για εκδήλωση, για ανταπόκριση σε κάλεσμα κλπ αλλά και κάθε πρόβλημα που προκύπτει συζητιέται στη συνέλευση. Παράλληλα δημιουργούνται επιμέρους ομάδες για το σχεδιασμό, τη φύτευση, την παιδική χαρά, το κιόσκι, τα ψηφιδωτά και αρχίζει να κυκλοφορεί κουτί οικονομικής ενίσχυσης. Τι γίνεται εκεί; Το πάρκο είναι τόπος δημιουργίας, χειραφέτησης και αντίστασης, ανοιχτός σε δράσεις πολιτικές, πολιτιστικές, αντικαταναλωτικές κλπ. Φιλοδοξεί να είναι, ακόμα, ένας κήπος της γειτονιάς που φιλοξενώντας μέρος της κοινωνικής ζωής των κατοίκων της πέρα από λογικές κέρδους κι ιδιοκτησίας, λειτουργεί σαν τόπος παιχνιδιού και περιπάτου, συνεύρεσης και επικοινωνίας, άθλησης, δημιουργίας και προβληματισμού, καταργώντας τα στεγανά της διαφορετικής ηλικίας, καταγωγής, μορφωτικού επιπέδου, κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης. Μπορώ ν΄αλλάξω κάτι εκεί μέσα; Το πάρκο συνδιαμορφώνεται από μια ανοιχτή συλλογικότητα κι αλλάζει μέρα με τη μέρα. Κάθε ιδέα μπορεί να εκφραστεί και τίποτα δεν απορρίπτεται χωρίς διάλογο κι επιχειρήματα. Όμως οι συναινετικές αποφάσεις της συνέλευσης είναι δεσμευτικές για όλους. Τι μπορώ εγώ να κάνω για το πάρκο; Η φυσική σου παρουσία είναι ήδη σημαντική. Η συμμετοχή σου στην ανοιχτή συνέλευση για τη συνδιαμόρφωση του εγχειρήματος ακόμα σημαντικότερη και βέβαια κάθε είδους προσφορά σε εργασία (καθάρισμα, πότισμα, χτισίματα, κατασκευές, οργανωτική δουλειά κλπ), τεχνογνωσία ή χρήματα, είναι πολύτιμη. Ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα για τον καθαρισμό και για το πότισμα βγαίνει στη συνέλευση κάθε Τετάρτη στις 19.00. Τι άλλο να προσέξω; Η καθαριότητα του χώρου κι ο σεβασμός της ησυχίας των γειτόνων είναι δυο θέματα που απασχόλησαν τη συνέλευση συχνά και παραμένουν ζητούμενα. Από πού μπορώ να μαθαίνω τα νέα του πάρκου; Από τους πίνακες ανακοινώσεων μέσα στο πάρκο και από το blog.
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ATHENS.INDYMEDIA.
ΑπάντησηΔιαγραφήKΑΛΟ ΘΑ ΗΤΑΝ ΝΑ ΑΣΧΟΛΗΘΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΥ ΘΕΤΕΙ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΤΑΛΗΞΕΙ ΤΟ ΠΑΡΚΟ ΕΝΑΣ "ΑΝΑΡΧΟΚΗΠΟΣ", ΑΠΛΗΣΙΑΣΤΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΩΝ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΑΝΗΚΕΙ...
«Πώς αντιλαμβανόμαστε την αυτοργάνωση»
Ώντας κάτοικος Εξαρχείων, από τη μέρα που ξεκίνησαν τα σκαψίματα για τη δημιουργία του πάρκου, συμμετείχα στις δουλειές και σε αρκετές συνελεύσεις. Είχα στο μυαλό μου να δημιουργήσουμε ένα πάρκο, ως πρωτοβουλία πολιτών – κατοίκων και μη, που το χρειάζεται η περιοχή, τόσο σαν ελέυθερα προσβάσιμο χώρο, αλλά και σαν χώρο υψηλού πρασίνου.
Προκειμένου να γίνει αυτό σχηματίστηκε μια συνέλευση η οποία θα είχε σαν στόχο να διαχειρίζεται το πάρκο ως προς το σχεδιασμό των παρτεριών, των δρόμων, τον εφοδιασμό των φυτών κλπ.
Μετά από κάποιες εβδομάδες, η συνέλευση αυτή ενέταξε στα καθήκοντά της και το να προγραμματίζει κάποιες εκδηλώσεις [συζητήσεις, συναυλίες, προβολές] προκειμένου να είναι πιο πολύπλευρη η λειτουργία του χώρου.
Στη συνέλευση της Δευτέρας [που είχε αναβληθεί από την Κυριακή] τέθηκε προς προβληματισμό το θέμα ότι το πάρκο έχει γίνει «Μαβίλη» και «τί θα κάνουμε γι’αυτό» - με την έννοια ότι μαζεύεται πολύς «εναλλακτικός» κόσμος.
Και σε αυτό το σημείο ξεκινάει ο δικός μου προβληματισμός. Πώς αντιλαμβανόμαστε την αυτοργάνωση; Την αντιλαμβανόμαστε ως μια διαδικασία που είναι ανοιχτή στην κοινωνία και που επιδιώκει την ολοένα και αυξανόμενη συμμετοχή της, ανεξαρτήτως πιστεύω, ή την αντιλαμβανόμαστε ως μια διαδικασία που αφορά εμάς τους «μυημένους» που θεωρούμε τους υπόλοιπους λούμπεν;
Για μένα θα έπρεπε από τη στιγμή που δημιουργείται ένα πάρκο, να ανήκει στη γειτονιά και να διαχειρίζεται από τη γειτονιά. Να υπάρχει δηλαδή μια διαχειριστική συνέλευση των κατοίκων της περιοχής που να φροντίζει μόνο πρακτικά θέματα: πότισμα, καθάρισμα, συντήρηση κλπ.
Από εκεί και πέρα, αν θέλουμε να λέμε ότι το πάρκο αυτό είναι δημόσιος χώρος, δεν μπορεί να μπαίνουν στη μέση άλλα κριτήρια για το ποίοι είναι ευπρόσδεκτοι σε αυτό το πάρκο και ποίοι όχι. Επίσης δεν μπορεί να συζητείται σε συνέλευση ποιός θα κάνει εκδήλωση και ποιά θα είναι αυτή. Όταν δηλαδή κάνει κάποιος πάρτι στο Στρέφη ή προβολή στην πλατεία, ενημερώνει τη συνέλευση του Στρέφη ή την Πρωτοβουλία Κατοίκων ή το δήμο; Ο καθένας, ως άτομο, ως παρέα/συλλογικότητα κλπ έχει εξίσου δικαίωμα να χρησιμοποιήσει το πάρκο όπως θέλει, χωρίς να υποχρεούται να έρθει σε συνεννόηση με τη συνέλευση.
Φοβάμαι λοιπόν ότι η συνέλευση του πάρκου με τον τρόπο που λειτουργεί τώρα και με τις αρμοδιότητες που έχει αναλάβει, δίνει – άθελα ή ηθελημένα - στο πάρκο χαρακτηριστικά πολιτικού χώρου. Περνάει το μήνυμα ότι οι «εναλλακτικοί», οι μη πολιτικοποιημένοι και οι πολιτικά αντίπαλοι δεν χωράνε εδώ. Σαν να λέμε ότι στην πλατεία Συντάγματος δεν επιτρέπονται οι αναρχικοί. Δηλαδή, φτιάξαμε ένα πάρκο για εμάς ή για όλους;
Αν από μόνοι μας δεν θέλουμε να δώσουμε την απάντηση, μάλλον την δίνει η γειτονιά. Το πάρκο έχει πολύ κόσμο: κατοίκους του ευρύτερου χώρου και μη-κατοίκους του ευρύτερου χώρου. Άλλοι κάτοικοι πολύ σπάνια εμφανίζονται – κι όταν εμφανίζονται είναι κυρίως από πίεση των παιδιών τους – αλλά είναι εμφανές ότι δεν νιώθουν άνετα με «κάτι». Μας έχει απασχολήσει τί είναι αυτό το «κάτι» που δεν τους κάνει να νιώθουν άνετα; Κι επιπλέον, θέλουμε να το εξαλείψουμε ή όχι; Χτες βράδι άκουσα από διπλανή παρέα μια κοπέλα να λέει «εμένα μ’αρέσει εδώ, αλλά δεν έχω παρέα να έρχομαι». Φταίει εκείνη που θεωρεί ότι χρειάζεται «κάποιου είδους» παρέα για να πάει σε ένα πάρκο; Άραγε έχει διαφορετική παρέα για κάθε άλλο πάρκο που πάει;
Προφανώς αυτό δεν είναι ευθύνη μόνο της συνέλευσης. Τα Εξάρχεια είναι ιστορικά μια έντονα χρωματισμένη περιοχή και σε πολύ κόσμο αυτό από μόνο του μπλοκάρει τη συμπεριφορά τους, το αντιμετωπίζουν σαν γκέτο. Κι εδώ είναι η ευθύνη όλων όσοι συμμετέχουμε στα πράγματα, να δείξουμε ότι τα Εξάρχεια δεν είναι γκέτο, είναι ανοιχτά σε όλους ανεξαρτήτως καταγωγής, χρώματος, σεξουαλικής προτίμησης, αισθητικής και πολιτικής άποψης [εξαιρουμένων των γνωστών]. Και ευθύνη της ίδιας της συνέλευσης του πάρκου, μιας και μιλάμε για δημόσιο χώρο είναι να υπερασπιστεί αυτές τις αρχές αντί να «ξενερώνει» που έρχονται οι εναλλακτικοί ή ακόμα και να αναζητά τρόπους να περιορίσει την προσέλευσή τους.
Δεν εννοώ πώς πρέπει να ξεχαστεί ο πολιτικός χαρακτήρας του εγχειρήματος της δημιουργίας του πάρκου. Αλλά να διαχωρίσουμε ότι πολιτικό είναι το εγχείρημα, όχι το πάρκο. Το ότι δημιουργήθηκε ένα πάρκο μέσα από μια συνέλευση δε σημαίνει ότι αυτοί που θα χρησιμοποιούν – που θα βρουν έτοιμο - το πάρκο οφείλουν να είναι σύμφωνοι πολιτικά με όσους συμμετέχουν στη συνέλευση. Και ούτε μπορούμε να περιμένουμε ότι από τη μια μέρα στην άλλη κάποιοι συμπολίτες μας θα μπουν στη λογική της συμμετοχής.
Ζητούμενο είναι να λειτουργήσει το πάρκο ως παράδειγμα. Να αποδείξουν οι πολίτες στους εαυτούς τους ότι από μόνοι τους μπορούν να σχεδιάσουν τη ζωή τους. Να μείνει καταγεγραμμένο στην ιστορία της πόλης ότι αυτό το πάρκο το κέρδισαν, το σχεδίασαν και το υλοποίησαν οι πολίτες χωρίς να περιμένουν τη νομιμοποίηση από την εξουσία.